01.04.2020
Σε μια εποχή που οι μοτοσυκλέτες, ακολουθώντας τη γενική τάση, γίνονται όλο και πιο “ψηφιακές”, η ύπαρξη oldschool, “αναλογικών” προτάσεων σαν το SWM Superdual Χ αποτελεί για κάποιους όαση
Κείμενο: Άρης Παπαπαναγής Φωτογραφίες: Θοδωρής Ερμήλιος
Την “κόντρα” μεταξύ οπαδών των ψηφιακών κατασκευών και εκείνων των αναλογικών, δεν τη συναντάμε μόνο στη μοτοσυκλέτα. Εμφανίζεται σε κάθε τεχνολογικό τομέα που περνά στην ψηφιακή - ηλεκτρονική εποχή. Μιλάμε για τα φιλμ, τα πικάπ και τα βινύλια, τα βιβλία, τα παιχνίδια για μικρά και μεγάλα παιδιά. Σε αυτά τα τελευταία ανήκουν κάποιες φορές οι μοτοσυκλέτες και τα αυτοκίνητα. Και πού είναι το κακό να τα ξεπεράσουμε όλα αυτά θα ρωτήσει κάποιος. Η αλήθεια είναι πως σε κάποιον που δεν μπορεί να νιώσει μόνος του τη διαφορά, είναι μάλλον αδύνατον και να την εξηγήσεις. Αν δεν νιώθεις καλύτερα με το βιβλίο στο χέρι, το δίσκο στο πικάπ, χαζεύοντας το άλμπουμ με τις οικογενειακές φωτογραφίες, μάλλον θα σου λείψει η multi-function TFT οθόνη από τη μοτοσυκλέτα.
Εδώ όμως μπορεί να υπάρξει παρεξήγηση. Η διαφορά που αναφέρουμε παραπάνω δεν πρέπει να μας “κολλάει” στο παλιό και το αναχρονιστικό που τελευταία γίνεται επίσης μόδα. Ιδανικό είναι το επίπεδο της αναλογικής τεχνολογίας, που με δεκαετίες εξέλιξης, είναι δύσκολο να αναπαραχθεί αμέσως ψηφιακά.
Σε πολλούς τομείς, όπου τα ψηφιακά ξεκίνησαν νωρίς, έχουν ήδη πλησιάσει την “ανθρώπινη” απόδοση των αναλογικών. Στα αυτοκίνητα και τις μοτοσυκλέτες όμως η απόσταση παραμένει σημαντική. Φυσικά αυτά ισχύουν όταν μιλάμε για οδήγηση και αίσθηση και όχι για gadgets, οθόνες και ηλεκτρονικά. Βέβαια, ο μεγάλος όγκος αγοραστών δείχνει να προτιμά τα δεύτερα αντί για την “αίσθηση” οπότε ο νόμος της αγοράς θα μας πάει μοιραία προς τα εκεί.
Φέρνoντας στο μυαλό μου εμπειρίες από μοτοσυκλέτες προηγούμενων δεκαετιών, η κορυφαία εποχή για τον καθημερινό μοτοσυκλετιστή ήταν τα ‘00s. Οι “αναλογικές” μοτοσυκλέτες έφτασαν στο peak τους και ακόμα η “αίσθηση” τους δεν έχει ξεπεραστεί. Μία τέτοια περίπτωσh ήταν και τα Husqvarna της εποχής. Τα 450 και 510 ήταν εκπληκτικά endurο και τα καλύτερα racing Supermoto. Ενώ το 610 ξεκάθαρα το πιο καλοστημένο και ευχάριστο καθημερινό μονοκύλινδρο.
Πάνω σε εκείνο το 610, που την εποχή της BMW έγινε 630, βασίζεται το SWM της δοκιμής μας. Και αυτό, μόνο ως πλεονέκτημα μπορούμε να το εκλάβουμε.
Ποια είναι όμως αυτή η SWM; Άλλη μια κινέζικη εταιρεία από τις πολλές που κατακλύζουν την ευρωπαϊκή αγορά; Σύμφωνα με την νέα λογική της αγοράς όχι. Απλά χρησιμοποιεί τα άφθονα κινεζικά χρήματα για να σταθεί στις δύσκολες συνθήκες της παγκόσμιας αγοράς.
Η ιστορία ξεκινάει από τη συνεργασία του άλλοτε αρχιμηχανικού της Husqvarna, Apelio Macchi, με τον Daxing Gong ιδιοκτήτη της κινεζικής Shinaray. Ο Macchi έφτιαχνε Husqvarna στις χρυσές εποχές της, έως ότου η BMW την πούλησε στην KTM. Ο Gong φτιάχνει αυτοκίνητα, μοτοσυκλέτες, φορτηγά, τρακτέρ και μοτέρ γενικά.
Με τα κεφάλαια της Shinaray αγοράστηκαν τα δικαιώματα του ονόματος SWM και το εργοστάσιο που κατασκευάζονταν τα Husqvarna μέχρι το 2012, στο Varese.
Το όνομα SWM (Sironi Vergani Vimercate Milano) αρχικά ανήκε στους PIero Sironi και Simone Vergani οι οποίοι το 1971 ίδρυσαν τη δική τους εταιρεία παραγωγής off road και trial μοτοσυκλετών. Μετά από 13 χρόνια, κάποια εθνικά πρωταθλήματα και ένα παγκόσμιο τίτλο Trial το 1981 η SWM έκλεισε.
Το θρυλικό, γεμάτο δάφνες και κύπελλα εργοστάσιο στο Varese αφού ανακαινίστηκε από τους Γερμανούς της BMW, πουλήθηκε στην ΚΤΜ και έκλεισε. Όλα αυτά όμως για λίγο, αφού το 2014 με Ιταλούς στο τιμόνι και Κινέζους στις μηχανές η παραγωγή ξεκίνησε και πάλι.
Αφού τα είπαμε για την καταγωγή και την αναλογική, oldschool αίσθηση του Superdual, ας εξηγήσουμε και την παύλα του τίτλου που το περιγράφει ως λογική επιλογή.
Από τα ‘80s τα μεγάλα μονοκύλινδρα είχαν την τιμητική τους στην ελληνική αγορά. Τα τελευταία χρόνια όμως, λίγο η εγκατάλειψη της κατηγορίας από τους κατασκευαστές και πιο πολύ η ματαιοδοξία των αγοραστών τα παραγκώνισαν. Η τάση μας να πάμε πιο γρήγορα, πιο ψηλά, πιο δυνατά ως άλλοι ολυμπιονίκες, μας έστειλε στα 1300cc και στα 160+ άλογα. Μόνο που σε γενικές γραμμές ούτε ολυμπιονίκες είμαστε, ούτε καν προπονημένοι και ταλαιπωρούμαστε.
Αν θες μια μοτοσυκλέτα για να πηγαίνεις στη δουλειά σου, σε κάποιο νησί το καλοκαίρι, εκδρομές τα Σαββατοκύριακα και δυο-τρία ταξίδια το χρόνο, χωρίς να σου στοιχίζει σαν αυτοκίνητο, χωρίς να νιώθεις πως παρκάρεις τον Τιτανικό κάθε φορά και απολαμβάνεις την οδήγηση χωρίς το ηλεκτρονικό χέρι του θεού, τα μεσαία on-off είναι η πιο λογική κατεύθυνση. Δυστυχώς πλέον, οι μονοκύλινδρες επιλογές είναι ελάχιστες. Λέω δυστυχώς γιατί τα μονοκύλινδρα είναι πιο ζωηρά, νεανικά και με νεύρο συγκριτικά με τα δικύλιδρα που έχουν σαφώς συντηρητικό χαρακτήρα -εξαίρεση τα ΚΤΜ 790 και Tenere 700 που όμως κοστίζουν περισσότερο.
Από την πλευρά της, η SWM κινήθηκε λογικά αναβιώνοντας μια υποκατηγορία που είχε δύσει. Αυτή των μονοκύλινδρων on-off με extra ανέσεις, και μας κάνει να αναρωτιόμαστε γιατί χάθηκαν τα Pegaso, Tenere, F650 και Adventure 640.
Έχοντας στη γκάμα της από το 2014 το RS 650 που ήταν στην ουσία ένα ΤΕ 630 ήταν εύκολο προσθέτοντας fairing, μεγάλο ρεζερβουάρ, κάγκελα και άνετη σέλα να φτιάξει το Superdual. Με αυτά στο μυαλό μου και με ιδιαίτερα ευχάριστες αναμνήσεις από τα Husκy, δέχθηκα με χαρά την πρόταση για τη δοκιμή του.
Φτάνοντας στην αντιπροσωπεία για να παραλάβω τη μοτοσυκλέτα, μου έκανε εντύπωση πόσο το αδικούν οι φωτογραφίες. Το ασπροκόκκινο X είναι όμορφο από κοντά ενώ με το ζόρι το λες συμπαθητικό στις φωτό. Το κόκκινο πλαίσιο και η κεφαλή κάνουν μπαμ και οι διπλές εξατμίσεις είναι πάντα ωραίες.
Παραφορτωμένο με εξοπλισμό, δεν θα αφήσει παραπονεμένο και τον πιο απαιτητικό αξεσουαράκια. Κάγκελα, σχάρα, ποδιά και διπλό σταντ κάνουν το Superdual να δείχνει έτοιμο για εξορμήσεις παντός εδάφους.
Το φινίρισμα τόσο στα μεταλλικά όσο και τα πλαστικά μέρη, είναι υπεράνω κριτικής. Έχει βελτιωθεί από την εποχή των 610 που σημαίνει ότι δεν χάνει η τάπα στις σούζες, δεν σκουριάζουν βίδες εδώ κι εκεί και το όργανο δουλεύει πάντα άψογα. Στο 630 είχαν ήδη λυθεί αυτά τα θεματάκια και παραμένουν προφανώς λυμένα και στο SWM.
Ο διακόπτης στη θέση on ξυπνάει το απλό αλλά πλήρες ηλεκτρονικό όργανο και την αντλία βενζίνης που στέλνει καύσιμο στον ψεκασμό της Keima. Αυτός ο τελευταίος κάνει το έξης πρωτόγνωρο: ρίχνει μικρές ξερογκαζιές μόνος του μέχρι να ζεσταθεί λίγο ο κινητήρας. Μόλις σταθεροποιηθούν οι στροφές είναι έτοιμος για εκκίνηση και η πρώτη κουμπώνει γλυκά στο πραγματικά άριστο κιβώτιο.
Τα ίδια ισχύουν και για τα περισσότερα χαρακτηριστικά του κινητήρα. Με δύο εκκεντροφόρους και 600 κυβικά, κληρονομιά από την εποχή της BMW και του 630, αποδίδει τους 47 πραγματικούς ίππους του με τον ίδιο τρόπο. Γραμμικός και γεμάτος από χαμηλά, ανεβάζει μέχρι τις 8.500 στροφές του κόφτη χωρίς να δείχνει ότι ζορίζεται. Παρά το εξαιρετικά μακρύ γρανάζωμα δεν δυσκολεύεται να επιταχύνει ζωηρά ακόμα και μετά τα 140km/h.
Οι κραδασμοί που συχνά προβληματίζουν στα μεγάλα μονοκύλινδρα, εδώ είναι σχεδόν απόντες αφού μόνο στα μαρσπιέ θα εμφανιστούν ελάχιστοι μετά τις 6.500 στροφές. Με 6η στο κιβώτιο το κοντέρ θα δείχνει σχεδόν 150km/h που είναι και το άνω όριο για ταξίδι χωρίς να “τεντωθεί” ο κινητήρας. Ταχύτητα άκρως ικανοποιητική για να χαρακτηριστεί ένα ταξίδι εκδρομικό και όχι με την ταυτότητα στο στόμα. Αν με το 1200+ ταξιδεύεις με 200+ μειώνεις λίγο το χρόνο άφιξης αλλά γιατί να βιαστείς, γιατί να γεμίσεις κλήσεις και γιατί τελικά να μην πας με αυτοκίνητο, μουσικούλα και παρέα; Το ταξίδι με μοτοσυκλέτα είναι διαλογισμός και απόλαυση και νομίζω ότι και τα δύο αυτά, κανείς δεν βιάζεται να τελειώσουν. Αν από την άλλη ταξιδεύετε διεκπεραιωτικά, κάθε μέρα για δουλειές, τότε τα μονοκύλινδρα δεν σας κάνουν.
Με το Superdual Χ το ταξίδι μπορεί να αποκτήσει ιδιαίτερο ενδιαφέρον αν αντί για το διαλογισμό της εθνικής προτιμήσετε το επαρχιακό δίκτυο ή και χωματόδρομους.
Στα ασφάλτινα κομμάτια το αγωνιστικό DNA των πρωταθλητών Husky 610-570 ήταν μαγικό και συνεχίζει να λειτουργεί ακόμα. Οδηγώντας εκατοντάδες μοτοσυκλέτες σπάνια βρίσκαμε το ιδανικό στήσιμο. Γεγονός που αποδεικνύει ότι είναι γενικά δύσκολο και για τους κατασκευαστές να το πετύχουν. Τα άπειρα δεδομένα αλληλεπιδρούν και το αποτέλεσμα λίγες φορές είναι τέλειο. Οπότε αν το πετύχει κανείς δεν είναι για να το αφήνει.
Ο κύριος Macchi ως αρχιμηχανικός της Husqvarna προφανώς το γνώριζε καλά αυτό και πολύ σωστά επέλεξε να μεταφέρει αυτούσιο το άριστο στήσιμο στα SWM. Κινητήρας, πλαίσιο και αναρτήσεις συνεργάζονται αρμονικά χωρίς καπρίτσια, αφήνοντας τον αναβάτη ανενόχλητο να ασχοληθεί με τη γραμμή και την πρόσφυση. Η ελαφριά αίσθηση και η ουδετερότητα με την οποία ακολουθεί τις εντολές του αναβάτη και η σαφέστατη πληροφόρηση από την άσφαλτο είναι αυτά που χρειάζεσαι σε κάθε ορεινό στροφιλίκι.
Όταν ανέβει δραστικά ο ρυθμός, δεν αλλάζει τίποτα από όσα είπαμε ενώ τα φρένα είναι εκεί και κάνουν τη δουλειά τους άριστα. Δυνατά και με αίσθηση εμπρός και πίσω, στέκονται στο ίδιο επίπεδο με το σύνολο.
Στο χώμα οι εντουράδικοι τροχοί του Χ, το σχετικά μικρό βάρος και τα Sahara της Metzeler κάνουν τη διέλευση ευχάριστη χωρίς να είσαι ο Chris Birch. Το φαρδύ ρεζερβουάρ ανοίγει λίγο τα πόδια στην όρθια θέση, δυσκολεύοντας τη στήριξη. Οι αναρτήσεις όπως και στην άσφαλτο, αποσβένουν άριστα προσφέροντας σαφή αίσθηση για τα επίπεδα πρόσφυσης. Το αμορτισέρ της Sachs τo ξέραμε από παλιά αλλά με το πιρούνι της ταιβανέζικης Fastace δεν είχαμε ξανασυναντηθεί. Σε όλη τη διάρκεια της δοκιμή απέδωσε άψογα σε όλα τα τερέν χωρίς καμία παρέμβαση. Αξίζει μια ματιά αυτή η σχετικά άγνωστη εταιρεία.
Το εμπρός φρένο αν και δυνατό, σε έναν λάθος υπολογισμό δεν θα φέρει σε δύσκολη θέση τον αναβάτη. Στο πίσω το ABS απενεργοποιείται εύκολα με το πάτημα ενός κουμπιού επιτρέποντας διασκεδαστικά ντριφτ. Τελικά, το Superdual θα ικανοποιήσει πλήρως αν οι χωμάτινες εξορμήσεις έχουν εκδρομικό χαρακτήρα. Όχι πως δεν μπορεί σε μονοπάτια, ρίζες και νεροφαγώματα αλλά εκεί λόγω βάρους παύει να είναι διασκεδαστικό.
Δυστυχώς για τους περισσότερους μοτοσυκλετιστές τα ταξίδια είναι η εξαίρεση και η οι καθημερινές, αστικές μετακινήσεις ο κανόνας. Αν δεν είστε “ευρωπαίος” με σκούτερ για κάθε μέρα και χιλιάρι για το ΣΚ, τότε το Superdual θα παίξει ευχαρίστως και τους δύο ρόλους.
Ως on-off προερχόμενο από καθαρόαιμο enduro δίνει μια έξτρα ζωηρή πινελιά στους δρόμους της πόλης. Σουζίτσες, ντριφτάκια και στρiψίματα “διαβήτης” είναι στο ρεπερτόριο του. Το στήσιμο του και οι αναρτήσεις είναι στην κορυφή της κατηγορίας και αυτό το απολαμβάνεις σε κάθε βόλτα. Σε συνδυασμό με την ροπάτη απόδοση της δύναμης ξεσηκώνει τον αναβάτη. Ιδανικά ίσως πρέπει να κοντύνει και λίγο το γρανάζωμα.
Εδώ πρέπει να αναφέρουμε και το πλεονέκτημα των τροχών του Χ. Η επιλογή των 21”-18” είναι ότι καλύτερο για την ελληνική άσφαλτο. Αυτό δεν αφορά τόσο τις διαστάσεις, αλλά τις διαθέσιμες επιλογές ελαστικών. Στις διαστάσεις αυτές οι δείκτες ταχύτητας και βάρους είναι σημαντικά χαμηλότεροι επιτρέποντας στα ελαστικά να ζεσταίνονται και τελικά να κρατάνε δαιμονισμένα. Αν ωστόσο τερματίζετε το πέλμα του 21 ιντσών μπροστινού τότε χρειάζεστε 19άρι (...που δεν το βλέπω).
Το Superdual X είναι ακριβώς αυτό που λέει το όνομα: Άριστο σε διπλούς ρόλους. Άσφαλτο και χώμα, πόλη και ταξίδι, ευελιξία και σταθερότητα, χρηστικότητα και απόλαυση. Τι άλλο να ζητήσει κανείς όταν για όλα αυτά ζητάει 7.500 euro προσφέροντας μάλιστα και ποιοτικά περιφερειακά; Αν το δούμε “λογικά” μάλλον δεν μπορεί να ζητήσει τίποτα παραπάνω. Αναλογικά η εμπιστοσύνη που ζητά ο κύριος Macchi και η SWM από τον αγοραστή είναι ότι χρειάζονται για να έχουν την ευκαιρία να του αποδείξουν την αξία τους.
Εξοπλισμός αναβάτη Motomarket: Κράνος Airoh Switch Impact – Μάσκα Ariete Riding Crows - Jacket Nordcode Metropolis II - Γάντια Nordcode Air Tech
SWM 650 Superdual X | SWM Motorcycles Greece |
ΤΙΜΗ (€): | 7.490 |
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ | ΜΟΝΟΚΥΛΙΝΔΡΟΣ, ΥΓΡΟΨΥΚΤΟΣ, 4β/Κ, 2ΕΕΚ |
ΚΥΒΙΣΜΟΣ (cc) | 600 |
ΔΙΑΜΕΤΡΟΣ x ΔΙΑΔΡΟΜΗ (mm) | 100 x 76,4 |
ΣΥΜΠΙΕΣΗ | 12,4:1 |
ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΞΑΓΩΓΗΣ | 2 ΣΕ 1 ΣΕ 2 |
ΕΚΚΙΝΗΣΗ | ΜΙΖΑ |
ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ | |
ΙΣΧΥΣ ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΟΥ (hp/rpm) | 54/7.500 |
ΡΟΠΗ ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΟΥ (kgm/rpm) | 5,4/6.500 |
ΒΑΡΟΣ (kg) | 167 / 187 (με υγρά) |
ΥΨΟΣ ΣΕΛΑΣ (mm) | 898 |
ΜΗΚΟΣ (mm) | 2.240 |
ΠΛΑΤΟΣ (mm) | 905 |
ΜΕΤΑΞΟΝΙΟ (mm) | 1510 |
ΙΧΝΟΣ(mm) | 125 |
ΚΑΣΤΕΡ(o) | Δ/Α |
ΕΛΑΣΤΙΚΑ | |
ΜΠΡΟΣΤΑ: | METZELER SAHARA 90/90-21 |
ΠΙΣΩ: | METZELER SAHARA 140/80-18 |
ΠΛΑΙΣΙΟ: | ΧΑΛΥΒΔΙΝΟ ΚΛΕΙΣΤΟ ΜΟΝΗΣ ΡΑΧΟΚΟΚΚΑΛΙΑΣ |
ΨΑΛΙΔΙ: | ΑΛΟΥΜΙΝΕΝΙΟ |
ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΕΜΠΡΟΣ |
ΑΝΤΕΣΤΡΑΜΕΝΟ ΠΙΡΟΥΝΙ 45mm ΜΕ ΡΥΘΜΙΖΟΜΕΝΗ ΑΠΟΣΒΕΣΗ ΕΠΑΝΑΦΟΡΑΣ ΔΙΑΔΡΟΜΗ 210mm |
ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΠΙΣΩ | ΜΟΝΟ ΑΜΟΡΤΙΣΕΡ ΜΕ ΡΥΘΜΙΖΟΜΕΝΗ ΠΡΟΦΟΡΤΙΣΗ & ΑΠΟΣΒΕΣΗ ΕΠΑΝΑΦΟΡΑΣ ΔΙΑΔΡΟΜΗ 220mm |
ΦΡΕΝΟ ΕΜΠΡΟΣ | 1 ΔΙΣΚΟΦΡΕΝΟ 300mm, ΔΑΓΚΑΝΑ 2 ΕΜΒΟΛΩΝ ΒRΕΜΒΟ ΑBS |
ΦΡΕΝΟ ΠΙΣΩ | ΔΙΣΚΟΦΡΕΝΟ 220mm, ΔΑΓΚΑΝΑ 2 ΕΜΒΟΛΩΝ BREMBO ΑBS |
ΡΕΖΕΡΒΟΥΑΡ | 18 ΛΙΤΡΑ |
ΜΕΣΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (lt/100km/h) | 6,3 ΛΙΤΡΑ |
Ακολουθήστε το 2WO.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα για την μοτοσυκλέτα από την Ελλάδα και τον κόσμο.